Ο Εκτόρ Μπερλιόζ (Hector Berlioz, 11 Δεκεμβρίου 1803 – 8 Μαρτίου 1869) ήταν Γάλλος συνθέτης.
Γονείς του ήταν ο τότε 27χρονος γιατρός Louis Berlioz από το La Côte Saint André της επαρχίας Isère, που πέθανε το 1848, χωρίς ποτέ να ακούσει τη μουσική του, και η Marie-Antoinette-Josephine, κόρη του Nicolas Marmion, δικηγόρου από το Meylan, που παντρεύτηκαν στις 7 Φεβρουαρίου 1803, σε ηλικία 27 και 18 χρόνων και των οποίων ήταν το πρώτο από τα έξι τους παιδιά.
Αδέλφια του ήταν η Annie-Marguerite, η Luise-Julie Virgine, η Adele-Eugenie ο Louis-Jules-Felix και ο Prosper. Ο Εκτόρ βαπτίστηκε στην εκκλησία του Saint André στις 14 Δεκεμβρίου 1803, με αναδόχους τον παππού του Nicolas Marmion και την προγιαγιά του Sophie Brochier.
Ο πατέρας του ήταν ο πρώτος του δάσκαλος και το 1815, όταν ήταν 12 ετών του παρέδωσε μαθήματα μουσικής, ενώ σπούδασε φλάουτο και κιθάρα. Την ίδια εποχή ερωτεύτηκε την 18χρονη Εστέλ Ντιμπέφ κόρη του γείτονά τους, και αποφάσισε να εκφράσει αυτό το αίσθημα μουσικά. Εκείνη την εποχή έπαιζε καλά μια φλογέρα που ανακάλυψε σε κάποιο συρτάρι, σύντομα όμως ασχολήθηκε με το φλάουτο.
Το μουσικό του στυλ του είναι δυναμικό και ευαίσθητο, κατάλληλο για συμφωνική μουσική και γεμάτο πάθος. Ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε «καθοδηγητικό μοτίβο», που αξιοποίησε περισσότερο ο Βάγκνερ.
Θεωρείται συνθέτης που έγραψε «περιγραφική μουσική», που προσπαθεί να περιγράψει εικόνες της πραγματικότητας, με ποιητικό τρόπο. Οι εκτελέσεις του, κάποιες στιγμές προκαλούσαν ενθουσιασμό και άλλοτε αδιαφορία και γι’ αυτό γνώρισε επιτυχία σε μεγάλη ηλικία.
Σύμφωνα με τον σκηνοθέτη Γιάννη Κόκκο αντλούσε έμπνευση από την αρχαία Ελλάδα [2] και την ελληνική μυθολογία και επισήμανε ότι στο τέλος της δεύτερης πράξης, όπου όλες οι Τραωδίτισσες αυτοκτονούν για να μην πιαστούν αιχμάλωτες από τους Έλληνες στρατιώτες «Σε αυτή την αυτοκτονία είδα την επιρροή από την ελληνική ιστορία του 1821, η οποία είχε πάρα πολύ επηρεάσει τους Ευρωπαίους καλλιτέχνες. Στην ομαδική αυτοκτονία ο Μπερλιόζ δίνει έναν απόηχο από το Μεσολόγγι ή το Ζάλογγο».
- «Ρωμαίος και Ιουλιέττα», [«Romeo et Juliette] το 1839,
- «Ο Χάρολντ στην Ιταλία»,
- «Η επιστροφή στη ζωή»,
- «Η Καταδίκη του Φάουστ», [«La damnation de Faust»] το 1846,
- «Μπενβενούτο Τσελίνι»,
- «Τρώες», [Les Troyens],
το οποίο παρουσίασε [3] τον Οκτώβριο του 2003 και ο Έλληνας σκηνοθέτης Γιάννης Κόκκος σε μια μαραθώνια παράσταση διάρκειας 6 ωρών στην όπερα του Παρισιού. Ήταν η δεύτερη φορά που το έργο παρουσιάστηκε στο σύνολό του, στα 140 χρόνια της ζωής του καθώς είχε προηγηθεί το 1957, η παράσταση στο «Κόβεν Γκάρντεν» του Λονδίνου.
- «Βεατρίκη και Βενέδικτος», [κωμική όπερα γραμμένη πάνω σε δικό του λιμπρέτο, η οποία αποτελείται από δύο πράξεις, που πρωτοπαρουσιάστηκε [4] στο Μπάντεν-Μπάντεν, στις 9 Αυγούστου 1862],
- «Te Denum»,
- «Μπενβενούτο Τσελίνι», [μελόδραμα],
- «Η παιδική ηλικία του Χριστού», [«L’ enfance du Christ», ορατόριο],
- «Πένθιμη και θριαμβευτική συμφωνία»
- «Η Ελληνική Επανάσταση», [«La Révolution Greque, 1825-26», εμπνευσμένο από την Ελληνική Επανάσταση του 1821],
- «Φανταστική Συμφωνία», [η πρεμιέρα [5] της έγινε στις 5 Δεκεμβρίου 1830, στο Παρίσι],
- «Ρέκβιεμ», [παρουσιάστηκε στο Παρίσι [6] το Δεκέμβριο του 1837 στο μνημόσυνο του Γάλλου στρατηγού Νταμρεμόν, που σκοτώθηκε στην Αλγερία και συμμετείχαν 200 μουσικοί και 200 χορωδοί. Το έργο είχε γραφτεί με άλλο σκοπό λίγο καιρό νωρίτερα με παραγγελία της γαλλικής κυβέρνησης].
Ο γιγάντιος αριθμός ερμηνευτών που συμμετείχαν στην πρώτη εκείνη εκτέλεση του Ρέκβιεμ στόχευε να εντυπωσιάσει το κοινό του επιβλητικού χώρου της εκκλησίας των Invalides.
Στη διάρκεια της επαναστάσεως του 1830 ενορχήστρωσε τη «Μασσαλιώτιδα» και την αφιέρωσε στον Ρουζέ Ντε Λιλ. Σ` ένα τελευταίο θριαμβευτικό ταξίδι στη Ρωσία παρουσίασε την όπερα
- «Βεατρίκη και Βενέδικτος», της οποίας η υπόθεση είναι παρμένη από το έργο του Σαίξπηρ «Πολύς θόρυβος για το τίποτα», [«Much A do About Nothing»]. Είναι ο συνθέτης που ασχολήθηκε με όλα τα είδη και τόλμησε να θέσει αντιμέτωπο του κλασικού το ρομαντικό ιδεώδες.